- ταγματικούς
- ταγματικόςofmasc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αρχονταρείον — ἀρχονταρεῑον, το (Μ) [αρχοντάρης] 1. αίθουσα υποδοχής των αρχόντων σε βυζαντινό παλάτι 2. σκηνή εκστρατείας για τους ταγματικούς και θεματικούς άρχοντες στημένη κοντά στη βασιλική σκηνή 3. το αρχονταρίκι* του μοναστηριού … Dictionary of Greek